Παρασκευή 19 Νοεμβρίου 2010

Οι Ρωμιοί αρχιτέκτονες έφεραν στην Πόλη δυτικό αέρα

Sunset over Hagia Sophia, IstanbulImage by voyageAnatolia.blogspot.com via FlickrΣτην περίφημη Ιστικλάλ, τον μεγάλο δρόμο του Πέρα, στην Κωνσταντινούπολη, οι Ελληνες επισκέπτες συνηθίζουν να ψάχνουν τα ελληνικά που είναι ακόμα χαραγμένα στις προσόψεις ορισμένων εντυπωσιακών κτιρίων.
Τους Ρωμιούς αρχιτέκτονες συστήνει ο οργανισμός Istanbul 2010-Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης, ο οποίος ενέταξε στις εκδηλώσεις του μια εξαιρετική ιδέα του Συνδέσμου Αποφοίτων Ζωγραφείου. Τη Δευτέρα (6.30 μ.μ.) στην αίθουσα Οσμάν Χαμντί του Πανεπιστημίου Καλών Τεχνών Μιμάρ Σινάν, από όπου αποφοίτησε η πλειονότητα αυτών των αρχιτεκτόνων, στη συνοικία Φιντικλί, θα εγκαινιαστεί η μεγάλη έκθεση «Οι Ρωμιοί αρχιτέκτονες της Κωνσταντινούπολης την περίοδο του εκδυτικισμού». Εκεί θα παραμείνει μέχρι την 3η Δεκεμβρίου, για να μεταφερθεί στη συνέχεια (από 17/12) στο Σισμανόγλειο Μέγαρο του ελληνικού προξενείου στο Πέρα, στη λεωφόρο Ιστικλάλ, έως 16 Ιανουαρίου.
Πρώτη φορά συγκεντρώνονται τα έργα των Ρωμιών αρχιτεκτόνων σε μία έκθεση. Με την ευκαιρία εκδόθηκε κατάλογος με κείμενα Ελλήνων και Τούρκων επιστημόνων (στα ελληνικά, τουρκικά, αγγλικά), «που ευελπιστούμε ν' αποτελέσει εργαλείο για τους μετέπειτα ερευνητές αλλά και να ευαισθητοποιήσει την κοινή γνώμη περί της ορθής αποκατάστασης και συντήρησης αυτών των μνημείων», τονίζει ο Κωνσταντινουπολίτης Δρ Σάββας Τσιλένης, αρχιτέκτων-πολεοδόμος, μέλος της επιστημονικής ομάδας της έκθεσης.
Φωτογραφίες 100 κτιρίων
«Από τα μέσα του 19ου αιώνα μέχρι τα μέσα του 20ού δραστηριοποιήθηκαν περισσότεροι από 350 Ελληνορθόδοξοι αρχιτέκτονες, των οποίων πολλά ονόματα εντοπίστηκαν σε πηγές αλλά και στις μαρμάρινες επιγραφές επί των κτιρίων», εξηγεί ο κ. Τσιλένης. «Πολλοί από αυτούς δεν γεννήθηκαν στην Πόλη, αλλά ήρθαν για μια καλύτερη επαγγελματική σταδιοδρομία. Σώζονται ακόμη αρκετά έργα τους, αν και είναι δύσκολο να ταυτίσει κανείς τα οικήματα όπως είναι σήμερα. Δεν θυμίζουν στους νεότερους ότι υπήρξαν κατοικίες Ρωμιών. Σκοπός της έκθεσης είναι να προβάλει φωτογραφικά τα έργα που διατηρήθηκαν σε σχετικά καλή κατάσταση. Ετσι φωτογραφήθηκαν περισσότερα από 100 κτίρια και έγινε μια επιλογή».
Στην έκθεση θα βλέπει κανείς και πρωτότυπα σχέδια, μακέτες, καρτ ποστάλ και φωτογραφίες των ίδιων των αρχιτεκτόνων, ενώ θα παρουσιάζεται εκτός από το έργο τους και η ζωή τους. Έτσι, θα θυμηθούμε σημαντικά ονόματα αρχιτεκτόνων: Βασιλάκης Μπέης Ιωαννίδης, ο οποίος είχε και τον τίτλο του «αρχιτέκτονα του παλατιού». Μαζί με τον γιο του Γιάγκο Ιωαννίδη έχτισαν την εκκλησία της Αγίας Τριάδας στο Ταξίμ το 1880. Ο πρώτος ανέλαβε και την οικοδόμηση του Ιωακείμειου Παρθεναγωγείου το 1879 και θεωρείται ο αρχιτέκτονας του κτιρίου Διοίκησης της υπηρεσίας Ναυτικού στην παραλία του Κεράτιου Κόλπου. Ο γιος του ανέλαβε την ανέγερση του Ζαππείου Παρθεναγωγείου.
Ο Περικλής Φωτιάδης είναι ο αρχιτέκτονας της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης, που χτίστηκε το 1880. Ο Κωνσταντίνος Δημάδης, ο δημιουργός της Μεγάλης του Γένους Σχολής στο Φανάρι. Ο Αχιλλέας Μανούσος, ο αρχιτέκτονας του ξενοδοχείου «Bristol» το 1893, κτίριο στο οποίο σήμερα στεγάζεται το Μουσείο του Πέρα.
Και οι ξεχασμένοι
Ανάμεσά τους είναι και άλλοι, που έχουν ξεχαστεί, όπως οι Κωνσταντίνος Κυριακίδης, Πάτροκλος Καμπανάκης, Βασίλειος Κουρεμένος. «Συνέχισαν τη δράση τους στην Ελλάδα μετά το 1922 δημιουργώντας υποδειγματικά έργα σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και σε άλλες πόλεις σε Ήπειρο, Μακεδονία και Θράκη», εξηγεί ο κ. Τσιλένης.
«Προφανώς δεν μπορούν να χαρακτηριστούν όλοι της ιδίας γενιάς, καθότι υπάρχουν κάποιοι παλαιότεροι, που δίνουν έργα πριν από το '22 στην Αθήνα και αλλού, όπως οι Δημάδης, πατέρας και γιος (Κωνσταντίνος και Νικόλαος), ή ο φημισμένος Λύσανδρος Καυταντζόγλου που ξεκινά την επαγγελματική του δραστηριότητα στην Κωνσταντινούπολη, αλλά και μετά την εγκατάστασή του στην Αθήνα συνεχίζει να σχεδιάζει κτίρια που κόσμησαν την Πόλη και τον Ελληνισμό, όπως την έδρα του Ελληνικού Φιλολογικού Συλλόγου Κωνσταντινουπόλεως», υπογραμμίζει ο κ. Τσιλένης.
«Το ύφος και η ρυθμολογία των κτιρίων που ανεγείρονται τότε υπακούει κυρίως στα κελεύσματα της εποχής και τη ζήτηση των ιδιοκτητών. Εκτείνονται από την παραδοσιακή βαλκανική αρχιτεκτονική με κυρίαρχο υλικό την ξυλεία (όπως πολλές καλοκαιρινές κατοικίες, τα περίφημα γιαλία, τα επί του αιγιαλού θέρετρα και κονάκια του Βοσπόρου και των Πριγκιποννήσων με κορωνίδα το κτίριο του Ορφανοτροφείου, έργο του λεβαντίνου αρχιτέκτονα Αλέξανδρου Βαλορί) μέχρι τον εκλεκτικισμό και τον μοντερνισμό».
Σχεδίασαν και έχτισαν όλα τα δημόσια κοινοτικά κτίρια: ναούς, σχολεία, νοσοκομεία, φιλανθρωπικά ιδρύματα, σωματεία και αθλητικούς συλλόγους. Πολλοί από αυτούς σχεδίασαν ταφικά μνημεία, που σώζονται και είναι έργα τέχνης. Επίσης σχεδίασαν κρατικά δημόσια κτίρια, ιδιωτικά έργα, κυρίως κατοικίες και πολυκατοικίες, τα περίφημα απαρταμέντα της Πόλης, επαύλεις και βίλες, πολλές από τις οποίες σήμερα ανακαινίζονται.
«Δυστυχώς ένας μεγάλος αριθμός έχει καταστραφεί είτε για λόγους εγκατάλειψης και αλλαγής χρήσης είτε για λόγους κατεδάφισης και εκ νέου ανέγερσης σύγχρονων ακαλαίσθητων κατοικιών. Αλλά πάλι μαραζώνουν, κυρίως σε φτωχικές συνοικίες, και πολλά έχουν καταληφθεί ή αγοραστεί από εσωτερικούς μετανάστες που κατέφτασαν στην Πόλη από τα μέσα της δεκαετίας του '50 για λόγους πολιτικούς και οικονομικούς», καταλήγει ο κ. Τσιλένης.
Θα δούμε την έκθεση κι εδώ
Η ιδέα της έκθεσης προήλθε από τον Παντελή Βίγκα. «Ο πατέρας του ήταν αρχιτέκτονας, οπότε γνώριζε πολύ καλά την ιστορία των Ρωμιών αρχιτεκτόνων. Ο Σάββας Τσιλένης πρότεινε να εμπλουτιστεί η ομάδα με τον δρα Χασάν Κουρουγιαζιτζί, ο οποίος συλλέγει εδώ και χρόνια σχολαστικά ένα αρχείο για τους Ρωμιούς αρχιτέκτονες της Κωνσταντινούπολης», εξηγεί η συντονίστρια Μαρίνα Δρυμαλίτου. Η έκθεση θα ταξιδέψει στην Ελλάδα (Αθήνα-Θεσσαλονίκη) και στο εξωτερικό, όπου έχει ήδη εκδηλωθεί έντονο ενδιαφέρον. Χορηγός είναι το Ιδρυμα «Ι. Λάτση».
Διπλωματούχοι και μη μουσουλμάνοι έκαναν τη διαφορά
Τι ευνόησε την άνθηση της ρωμαίικης αρχιτεκτονικής;
«Την περίοδο αυτή καταργείται η Αυτοκρατορική Αρχιτεκτονική Υπηρεσία, που απαρτιζόταν από εμπειρικούς αρχιτέκτονες, μουσουλμάνους και μη, των οποίων η εκπαίδευση βασιζόταν στη σχέση μάστορα-εκπαιδευόμενου. Από τα τέλη του 18ου αιώνα, μέσα στο πνεύμα του εκσυγχρονισμού του σουλτάνου Σελίμ Γ', κάνουν την εμφάνισή τους ξένοι διπλωματούχοι αρχιτέκτονες και στη συνέχεια αναδεικνύονται Ρωμιοί και Αρμένιοι καλφάδες, οι οποίοι αργότερα σπουδάζουν αρχιτεκτονική στη Δύση. Το 1882 ιδρύεται η Σχολή Βιομηχανικών Τεχνών (Σαναγί-ι Νεφισέ Μεκτεμπί, μετέπειτα Ακαδημία Καλών Τεχνών, που σήμερα ονομάζεται Πανεπιστήμιο Καλών Τεχνών Μιμάρ Σινάν -όπου και θα παρουσιαστεί η έκθεση). Εκεί μπορούν να φοιτήσουν και μη μουσουλμάνοι φοιτητές.
Αυτοί οι διαφορετικής εθνικότητας τεχνικοί έφεραν το πνεύμα του εκδυτικισμού στην οθωμανική πρωτεύουσα κατασκευάζοντας κτίρια όχι μόνο για τα μέλη των Κοινοτήτων στις οποίες ανήκαν, αλλά για όλο τον πληθυσμό της Πόλης και της Αυτοκρατορίας ανεξαρτήτου θρησκεύματος. Η οικονομική άνοδος των προυχόντων των διαφόρων Κοινοτήτων, οι οποίοι πολλές φορές ήταν φορείς χρηματοδότησης του κράτους και της σουλτανικής αυλής, έπαιξε κυρίαρχο ρόλο στη δημιουργία του περιβάλλοντος του κοσμοπολιτισμού. Ετσι οι Ρωμιοί καλφάδες αρχικά, αλλά και διπλωματούχοι αρχιτέκτονες αργότερα, αποτέλεσαν τους κυρίαρχους πρωταγωνιστές στη μητρόπολη της Ανατολικής Μεσογείου μέχρι τη Μικρασιατική Καταστροφή. Προφανώς όλα δεν τελειώσαν τότε. Όμως η οικοδομική παραγωγή ελαττώθηκε καθώς μειώθηκε ο πληθυσμός της Πόλης, αλλά και λόγω μεταφοράς της πρωτεύουσας του κράτους στην Άγκυρα. Ειδικότερα η ελληνορθόδοξη κοινότητα, χάνοντας ένα σοβαρό τμήμα του επιστημονικού δυναμικού της, περιορίστηκε εκ των πραγμάτων στη σφαίρα του ιδιωτικού τομέα».

Φ. Μπάρκα, ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ

Enhanced by Zemanta

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...